Θεραπεία

Η Κοιλιοκάκη, όπως προαναφέρθηκε, είναι ένα αυτοάνοσο νόσημα το οποίο πυροδοτείται από την αντίδραση του οργανισμού στη γλουτένη. Ο Αρεταίος ο Καππαδόκης περιέγραφε ότι αντιμετώπιζε την Κοιλιοκάκη, με χυμό σταφυλιού και γάλα κατσίκας. (Dowd B., et al, 1974).

Σήμερα, που έχει ενοχοποιηθεί η γλουτένη, μια πρωτεΐνη που βρίσκεται στο σιτάρι, το κριθάρι, τη σίκαλη και τη βρώμη, μετά από τη διάγνωση με Κοιλιοκάκη ο ασθενής θα πρέπει να ακολουθεί εφόρου ζωής μια αυστηρά χωρίς γλουτένη δίαιτα, η οποία αποτελεί και τη μοναδική θεραπεία για τη νόσο μέχρι σήμερα.

Η δίαιτα πρέπει να είναι αυστηρή γιατί μπορεί μεν ο ασθενής να μην έχει συμπτώματα, όπως διάρροια, κοιλιακό πόνο, κλπ, αλλά η απορρόφηση θρεπτικών ουσιών δεν θα γίνεται ποτέ ολοκληρωμένα, με αποτέλεσμα να έχει χρόνια κόπωση και αναιμία, καταθλιπτικές ενδεχομένως αντιδράσεις, οστικά άλγη από οστεοπόρωση, χρόνια κακή υγεία, και, το πιο ανησυχητικό, κινδυνεύει από την εμφάνιση πολύ επιθετικού λεμφώματος του λεπτού εντέρου.

Η εφαρμογή της δίαιτας χωρίς γλουτένη είναι πολύ αποτελεσματική στα άτομα με Κοιλιοκάκη. Υπάρχουν όμως σημαντικές πρακτικές δυσκολίες στην εφαρμογή της καθότι η γλουτένη είναι πολύ διαδεδομένο συστατικό της δυτικής δίαιτας με αποτέλεσμα να είναι δύσκολος ο σχεδιασμός διαιτολογίων χωρίς γλουτένη, ιδιαίτερα όταν αυτά θα πρέπει να περιλάβουν βιομηχανικά τυποποιημένες τροφές ή να καλύψουν ανάγκες μεγαλύτερων παιδιών και εφήβων που περνούν πολλές ώρες μακριά από το σπίτι.

Η γλουτένη είναι ένα συστατικό πολύ κοινό σε τυποποιημένα τρόφιμα. Επιπλέον μπορεί να «επιμολύνει» την τροφή σε οποιαδήποτε φάση της παρασκευής της (καλλιέργεια, άλεση, αποθήκευση, μεταφορά ή παρασκευή).Η κατάρτιση λοιπόν του διαιτολογίου για τους πάσχοντες περιλαμβάνει τροφές που δεν έχουν υποστεί βιομηχανική κατεργασία, και δεν παρασκευάζονται με αλεύρι δημητριακών. Ως υποκατάστατα των αλεύρων δημητριακών (σιτάρι, κριθάρι, σίκαλη) χρησιμοποιούνται με ασφάλεια άλλα άλευρα (ρυζιού, καλαμποκιού ή πατάτας). Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία επιβεβαιώνεται η ασφαλής χρήση βρώμης που από χρόνια αποτελούσε αντικείμενο αμφισβητήσεων, παρ’ όλα αυτά μπορεί να «επιμολυνθεί κατά την καλλιέργεια και αποθήκευσή της». (Καραγκιόζογλου, κλπ, 2003).

Βάσει της τελευταίας Ευρωπαϊκής νομοθεσίας Codex standard οι κατασκευαστές τροφίμων είναι υποχρεωμένοι από τον Ιούνιο 2008 να αναγράφουν εάν ένα προϊόν περιέχει γλουτένη. Σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 41/2009 για τα προϊόντα «χωρίς γλουτένη» μόνον προϊόντα με λιγότερο από 20 ppm γλουτένης θα μπορούν να επισημαίνονται με τον όρο «χωρίς γλουτένη» ενώ τα προϊόντα με επίπεδο 21-100ppm, θα χαρακτηρίζονται «πολύ χαμηλής γλουτένης», με ημερομηνία καθολικής εφαρμογής του εν λόγω Κανονισμού την 1η Ιανουαρίου 2012. Τα ειδικά τρόφιμα είναι πλέον πολλά, είναι εύγευστα και φέρουν την ένδειξη ελεύθερο γλουτένης (Gluten Free) ή το σήμα (το οποίο είναι το διεθνές σήμα αναγνώρισης τροφών ελεύθερων γλουτένης) (Εικόνα εξωφύλλου).

Τέλος, διάφορες πειραματικές θεραπείες και άλλες προσεγγίσεις είναι υπό μελέτη και αποτελούν αντικείμενο ερευνητικής δραστηριότητας. Αυτές είναι οι εξής:

  • Ο συνδυασμός των ενζύμων «prolyl endopeptidase» και της ειδικής για τη γλουταμίνη του κριθαριού, κυστεϊνικής ενδοπεπτιδάσης (barley glutamine-specific cysteine endopeptidase) (EP-B2), που θα διασπούν το «putative 33-mer» πεπτίδιο στο δωδεκαδάκτυλο. Αυτός ο συνδυασμός θα επιτρέπει στους ασθενείς με την νόσο να καταναλώνουν προϊόντα που περιέχουν γλουτένη (Siegel M, et al, 2006).
  • Η αναστολή της ζονουλίνης (zonulin), μια ενδογενούς πρωτεΐνης σηματοδότησης, που συνδέεται με την αυξημένη διαπερατότητα του τοιχώματος του εντερικού επιθηλίου και συνεπώς με αυξημένη παρουσίαση της γλιαδίνης στο ανοσοποιητικό σύστημα (Fasano A, et al, 2000).
  • Άλλες θεραπείες που στοχεύουν σε άλλα λιγότερο κατανοητά μονοπάτια της παθογένειας της κοιλιοκάκης, όπως η δράση των HLA-DQ2 γονιδίων ή στην ιστική διαγλουταμινάση και στην αλληλεπίδραση MICA/NKG2D, που ενδέχεται να εμπλέκονται στην καταστροφή των εντεροκυττάρων (van Heel D, et al, 2006)
 Ήδη οι προσπάθειες που έχουν καταβληθεί για την αντιμετώπιση του προβλήματος της νόσου Κοιλιοκάκη, ανοίγουν δρόμους για την πολύπλευρη και εναλλακτική αντιμετώπισή της. Επιπροσθέτως, η συστηματικότερη έρευνα που θα οδηγήσει στην τελειοποίηση των ως άνω αναφερόμενων πειραματικών θεραπειών, θα συμβάλλει στην ευκολότερη αντιμετώπιση της ασθένειας αυτής και θα βοηθήσει ένα σημαντικό ποσοστό πασχόντων να έχουν μια φυσιολογική ζωή.  

 Σύμφωνα λοιπόν με τα παραπάνω η διάγνωση της νόσου, γίνεται με ορολογικές εξετάσεις και με βιοψία του λεπτού εντέρου, αν χρειάζεται και η μοναδική της θεραπεία μέχρι σήμερα είναι η εφ’ όρου ζωής δίαιτα ελεύθερη γλουτένης.